Η ΑΝΑΜΝΗΣΗ

ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΩΝ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ

 Δεν είχα βρεθεί εκεί με τη θέληση μου. Θυμάμαι ότι περπατούσα μέσα στο δάσος και ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι είχα χαθεί. Αλλά δε μπορώ να θυμηθώ περισσότερα, ούτε τι δουλειά είχα σε αυτό το δάσος.  Κρυμμένος μέσα στις φυλλωσιές, πέρασε η ζωή μου μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.. Υποκρίθηκα πως φοβήθηκα. Μάζεψα όλον το τυχαίο φόβο μου και τον έκανα ορμή. Μάζεψα τον εφιάλτη αυτόν πλάι στο παρελθόν μου και τον έκανα ελπίδα.. Μετά από λίγο, προχώρησα θέλοντας να αναθεωρήσω τα λάθη μου. Όταν αγνοείς αυτό που είσαι αγνοείς κι αυτό που ήσουν, κάτι κρύβεται μέσα σου που μισεί τη ζωή, μα αν μισείς αυτό που κάνεις τότε μισείς κι όσα δε κάνεις, τα μισείς όλα. Δε μπορείς να παραδεχτείς, πως δε ξέρεις τι σημαίνει πόνος.. Φόβος; Ούτε.. Μα πρέπει να ξεπεράσεις τον εαυτό σου, ξεκινώντας από τη μετάνοια..

Ξέρω μια ιστορία για έναν άντρα που έχασε τη ψυχή του. Πρώτα χάνεις το σώμα, έπειτα τη ψυχή. Ο άντρας αυτός εξαφανιζόταν όμως δε το καταλάβαινε γιατί κανείς δεν ήταν δίπλα του για να του το πει. Επισκέφτηκε ύστερα από χρόνια εκείνη που αγάπησε όμως εκείνη δε τον γνώρισε, δεν τη γνώρισε ούτε αυτός. Ναι, ήταν εκείνη, όμως δε του θύμιζε τίποτα. Η γυναίκα έκλεισε τη πόρτα ανακουφισμένη, είχε ακούσει κι άλλες φορές τον άνεμο να σφυρίζει έτσι αλλόκοτα, σα να ουρλιάζει ακατάληπτα, όμως αυτό που δε μπορούσε να ομολογήσει στον εαυτό της είναι, ότι αυτή τη φορά, ο άνεμος της θύμισε κάτι. Τη νιότη, τα χάδια, τα φιλιά στον ήλιο, τα φιλιά του Ήλιου, τη χαμένη συμμετρία, πύρινη αμφιβολία τώρα και ταραχή. Τι ήταν αυτό που της χτύπησε τη πόρτα; Και γιατί, μολονότι το αναγνώρισε, δεν το ομολογεί; Θα έλεγε κανείς κοιτάζοντας την έκφραση της  λίγο πριν κοιμηθεί, ότι ήταν τρομαγμένη. Μα αν άκουγες  τους χτύπους της καρδιάς της θα καταλάβαινες, ότι απλώς θυμήθηκε  την εποχή που ήταν ερωτευμένη. Αυτή ήταν η δικιά μου ιστορία.. Τίποτα δεν έχω φοβηθεί περισσότερο από τα φαντάσματα που κρύβει στη ματιά της. Απελπισμένες φωνές, παγωμένες ατμόσφαιρες, εικόνες θολές. Δεν είναι εδώ  όταν της μιλάω, δε γελάει, δεν ακούει, νικημένος από την απουσία της. 

Θέλω μια μέρα να γίνω αόρατος, να δω τι κάνει όταν τη μαστιγώνουν τα βλέμματα του κόσμου, να δω τη θλίψη της όταν ξυπνάει, το κόκκινο το δάκρυ της όταν μιλάει στα αστέρια, να ήξερε πόσο μου αρέσει όταν τη κάνω να χαμογελάει. Πόσο θα ήθελα να καρφώσω στον εαυτό μου τα δικά της τα μαχαίρια. Δε ξέρω γιατί τα σκέφτηκα όλα αυτά, αφού ήδη είχα μετανιώσει. Είναι η μοναδική ύπαρξη που θα έβαζα πάνω από τον ίδιο μου τον εαυτό. Ίσως πιο πολύ να έχω μετανιώσει το παρελθόν μου με εκείνη..

Δε ξέρω  τι με βασανίζει  περισσότερο, αυτό που βλέπω μπροστά μου; Ή αυτά που θυμάμαι; Χλεύασα το ομορφότερο κομμάτι της ψυχής μου, για να ισορροπήσω. Μα τίποτα δε θα μου θυμίσει ξανά το καρδιοχτύπι της, τίποτα δε θα με αγαπήσει ξανά όσο αυτή. Το παρελθόν είναι ο χειρότερος μου εχθρός.. Χειρότερος και από τον εαυτό μου.. Θυμάμαι έντονα τις στιγμές που πέρασα μαζί της, και θυμάμαι τα λάθη που έκανα, στράφηκα εναντίον της. Ο λόγος είναι ντροπιαστικός. Φοβήθηκα.. Φοβήθηκα να με δει ο εγωισμός μου να κλαίω.  Έβαλα τον εγωισμό μου, πάνω από την αγάπη της ζωής μου. Όταν ήμουν μάτια, ήσουν τα δάκρυα  μου, όταν ήμουν χέρια, ήσουν το άγγιγμα μου, σχεδόν ποτέ, σχεδόν ποτέ δε μετανιώσαμε. Όλη μας τη ζωή, φτιάχναμε ένα μονοπάτι. Μα δε προλάβαμε να το περπατήσουμε, σχεδόν ποτέ, σχεδόν ποτέ δε μισηθήκαμε. Έτσι μου είχε πει κάποτε.. Ελπίζω να ισχύουν ακόμα, διότι κανένας από τους δυο δε πρόκειται να ξεχάσει.

Γυρίζοντας στο σπίτι, σαστισμένος και σκεπτικός, αντίκρισα το φοβερό ειδύλλιο.. Τέτοιο ηλιοβασίλεμα  δεν είχα ξαναδεί. Χθες βράδυ πήγα ξανά εκεί, στο δάσος των αναμνήσεων. Μου είχες πει ότι δε θα μου το συγχωρέσεις. Δε ξέρω γιατί στο λέω, δεν είναι ειλικρίνεια η μεταμέλεια, ούτε νιώθω περήφανος για αυτό. Όμως, δε μπορώ να σου το κρύψω. Χθες βράδυ, πήγα ξανά εκεί. Πέρασα θαυμάσια, δε θυμάμαι πολλά πράγματα. Ίσως αυτή είναι η ξεχωριστή ομορφιά του δάσους των αναμνήσεων. Ότι δε θυμάσαι, δε χρειάζεται να θυμάσαι. Κάθε μέρα παίρνουμε τόσες πολλές αποφάσεις, κάθε μέρα επιλεγούμε  αυτά  που θα κάνουμε, αυτά που θα πούμε, ακόμα και αυτά που θα νιώσουμε. Τώρα φυλακισμένος στο πιο απόμακρο και απόκρημνο κομμάτι της ψυχής μου. Δύσκολα θα έρθει κανείς εδώ. Δύσκολο να αποδράσω, δε θέλω να ξεφύγω, δύσκολο να αποδράσω, πόσο θέλω κάποιον να προστατεύσω και κάποιος να με προστατεύσει, ξέμεινα από αλήθειες και στοργή.

Η ώρα είχε περάσει, δε ξέρω γιατί πήγα ξανά εκεί, στο τυχαίο μέρος. Φεύγοντας, είδα εκείνη από μακριά. Με πλησίασε, είχε κόκκινα δάκρυα στο πορφυρό της πρόσωπο.. Είναι δίπλα μου, είναι δίπλα μου.. Η χαρά μου έχει φτάσει στο αποκορύφωμα της. Έσκυψε και μου ψιθύρισε  μυστικά: Αυτό που μας χωρίζει είναι αυτό που μας κρατά  μαζί, εξορία, κατάφαση, καταφύγιο, αιωνιότητα, απρέπεια, μαρτύριο. Σε αγαπάω.” Ξαφνικά ξύπνησα από έναν γλυκόπικρο βαθύ ύπνο. Συνειδητοποίησα, ότι ονειρευόμουν όλες αυτές τις ωραίες στιγμές. Εξαφανίστηκε, έχασα κάθε επαφή, έχασα τη καλύτερη μου ευκαιρία, ακούγεται εγωιστικό, αλλά δεν είναι, την είχα και την έχασα. Ευτυχώς, οι καλές αναμνήσεις πάντα χαράζονται και διατηρούνται. Κάποτε ένας σοφός άνθρωπος είπε:

Ο κόσμος είναι ένα υπέροχο μέρος και αξίζεις να παλεύεις για αυτόν.

Ernest Hemingway

Συμφωνώ μόνο με το δεύτερο σκέλος…

Παναγιώτης Πατρούλιας

Πρόσφατα άρθρα

Σχετικά άρθρα